ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ (12/10) ΓΙΟΡΤΑΖΟΥΝ..
Άγιος Ανδρόμαχος
Ο Ανδρόμαχος μαρτύρησε δια πυράς σε άγνωστο τόπο και χρόνο, μαζί με τον Διόδωρο.
Η 12η Οκτωβρίου επελέγη ως Ημέρα της Ισπανικής Γλώσσας (UN Spanish Language Day, Día de la Lengua Española en las Naciones Unidas), επειδή την ημερομηνία αυτή του 1492 o Χριστόφορος Κολόμβος πάτησε για πρώτη φορά το πόδι του στην Αμερική.
Παγκόσμια Ημέρα κατά της Αρθρίτιδας
Αρθρίτιδα είναι η φλεγμονή των αρθρώσεων που εκδηλώνεται με πόνο, δυσκαμψία, οίδημα, ερυθρότητα, καθώς και περιορισμό της κινητικότητας σε μια ή περισσότερες αρθρώσεις».
12 Οκτωβρίου 1944. Ήταν ένα ηλιόλουστο πρωινό Πέμπτης, όταν οι καμπάνες των εκκλησιών άρχισαν να χτυπούν χαρμόσυνα, καλώντας τους Αθηναίους να ξεχυθούν στους δρόμους και να πανηγυρίσουν το τέλος της γερμανικής κατοχής. Ως τις 3 Νοεμβρίου ο τελευταίος Γερμανός (και Βούλγαρος) στρατιώτης είχε αποχωρήσει από την ηπειρωτική Ελλάδα.
Η αντίστροφη μέτρηση για την αποχώρηση των Γερμανών και των συμμάχων τους Βουλγάρων από την Ελλάδα είχε σημάνει λίγους μήνες νωρίτερα, στις 6 Ιουνίου, όταν οι Σύμμαχοι αποβιβάστηκαν στη Νορμανδία και άρχισαν να περισφίγγουν τον κλοιό γύρω από τη Γερμανία μαζί τους προελαύνοντες Σοβιετικούς από την ανατολική πλευρά. Ήταν φανερό ότι οι ημέρες της Ναζιστικής Γερμανίας ήταν μετρημένες.
Στο χρονικό διάστημα μέχρι την απελευθέρωση είχαν ενταθεί οι πολιτικές διαβουλεύσεις για τη μετακατοχική κατάσταση στην Ελλάδα. Από την πλευρά τους, οι Γερμανοί έψαχναν παρασκηνιακά τρόπους ασφαλούς αποχώρησής τους από τη χώρα μας. Από τις 26 Απριλίου 1944 της ελληνικής εξόριστης κυβέρνησης ηγείτο ο Γεώργιος Παπανδρέου, οι Άγγλοι όμως ήταν αυτοί που κινούσαν τα νήματα. Με τις συμφωνίες Λιβάνου (17-20 Μαΐου 1944) και Καζέρτας (26 Σεπτεμβρίου 1944) οι ανταρτικές ομάδες του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ είχαν τεθεί υπό τις διαταγές της κυβέρνησης Παπανδρέου, που είχε εμπλουτισθεί και με στελέχη του ΕΑΜ.
Οι Γερμανοί άρχισαν να αποχωρούν σταδιακά από την Αθήνα από το βράδυ της 11ης Οκτωβρίου με κατεύθυνση προς Βορρά. Στις 8 το πρωί της 12ης Οκτωβρίου, οι ελάχιστοι Γερμανοί που είχαν απομείνει στην Αθήνα, συγκεντρώθηκαν στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Εκεί, σε μία πρόχειρη όσο και βιαστική τελετή, ο επικεφαλής των κατοχικών δυνάμεων, στρατηγός Χέλμουτ Φέλμι, συνοδευόμενος από τον κατοχικό δήμαρχο Αθηναίων Άγγελο Γεωργάτο, κατέθεσε στεφάνι.
Το μόνο που απέμενε ήταν η υποστολή της ναζιστικής σημαίας από τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης. Ένας Γερμανός στρατιώτης κατέβασε τη σβάστικα χωρίς καμία επισημότητα στις 9:15 το πρωί, την πήρε υπό μάλης και αποχώρησε με σκυμμένο το κεφάλι, σηματοδοτώντας το τέλος της γερμανικής κατοχής που διήρκεσε 1.625 μέρες και την αρχή ενός τρελού πανηγυριού στους δρόμους της Αθήνας.
Χιλιάδες κόσμου με τη γαλανόλευκη στα χέρια αλληλοασπάζονταν, αναφωνώντας «Χριστός Ανέστη», παιδιά σκαρφάλωναν στις οροφές των τραμ, ενώ απ' άκρη σ' άκρη αντηχούσε ο Εθνικός Ύμνος. Μετά από τριάμισι χρόνια δουλείας και σκλαβιάς οι Αθηναίοι ανάπνεαν για πρώτη φορά τον μεθυστικό αέρα της λευτεριάς.
Στις έξι ημέρες που πέρασαν μέχρι την άφιξη της κυβέρνησης στην Αθήνα, την εξουσία ασκούσε τριμελής επιτροπή, αποτελούμενη από τους Θεμιστοκλή Τσάτσο, Φίλιππο Μανουηλίδη και Γιάννη Ζεύγο, συνεπικουρούμενη από τον διοικητή της Αστυνομίας Αθηνών, Άγγελο Έβερτ. Δύο ημέρες αργότερα άρχισαν καταφθάνουν στην πρωτεύουσα δυνάμεις του 3ου Σώματος του βρετανικού στρατού υπό τον αντιστράτηγο Ρόναλντ Σκόμπι, που έγιναν δεκτές με ενθουσιασμό από τους Αθηναίους.
Στις 18 Οκτωβρίου έφτασε στην Αθήνα ο Γεώργιος Παπανδρέου και η κυβέρνησή του. Την ίδια ημέρα, ο πρωθυπουργός σε μία συγκινητική τελετή ύψωσε την ελληνική σημαία στην Ακρόπολη και στη συνέχεια μίλησε στο συγκεντρωμένο πλήθος που είχε γεμίσει ασφυκτικά την πλατεία Συντάγματος από τον εξώστη του Υπουργείου Οικονομικών.
Σε μία αριστοτεχνικά δομημένη ομιλία του εξήγγειλε τις προθέσεις της κυβέρνησής του, τονίζοντας, μεταξύ άλλων, την ανάγκη να ικανοποιηθούν οι εθνικές διεκδικήσεις, να αποκατασταθεί η λαϊκή κυριαρχία, να επιλυθεί το πολιτειακό ζήτημα μετά από ελεύθερο δημοψήφισμα και να τιμωρηθούν οι συνεργάτες των κατακτητών. Το πλήθος, που συχνά τον διέκοπτε με συνθήματα υπέρ του ΕΑΜ και του ΚΚΕ, υποδέχθηκε τις εξαγγελίες του με κραυγές και ιαχές υπέρ της λαοκρατικής δημοκρατίας. Ο Παπανδρέου, που ήταν αναγκασμένος να ακροβατεί συνεχώς μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς, απάντησε με τη χαρακτηριστική φράση που έμεινε στην ιστορία: «Πιστεύομεν και εις την λαοκρατίαν».
Όμως, οι χαρές και τα πανηγύρια για την απελευθέρωση κράτησαν μόνο 53 ημέρες. Στις αρχές Δεκεμβρίου τα όπλα θα αντηχήσουν ξανά στους δρόμους της πρωτεύουσας, αλλά αυτή τη φορά θα είναι στραμμένα κατά αδελφών («Δεκεμβριανά»).
Τον Οκτώβριο του 1990 η Γερμανία βρισκόταν σε προεκλογικό πυρετό. Στις 2 Δεκεμβρίου θα διεξάγονταν οι πρώτες εκλογές μετά τη Γερμανική ενοποίηση, τις οποίες είχε προκηρύξει ο χριστιανοδημοκράτης καγκελάριος Χέλμουτ Κολ -ο αρχιτέκτονας της Γερμανικής Ενοποίησης, ελπίζοντας σε μία θριαμβευτική επικράτηση της κεντροδεξιάς κυβερνητικής συμμαχίας, που την αποτελούσαν οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU), οι Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας (CSU) και οι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP).
O Υπουργός Εσωτερικών της κυβέρνησης Κολ, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ένας 48χρονος πρώην εφοριακός και επίδοξος δελφίνος του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος, περιόδευε στην εκλογική του περιφέρεια στο ομοσπονδιακό κρατίδιο της Βάδης - Βυρτεμβέργης, διεκδικώντας μία ακόμη επανεκλογή στην Ομοσπονδιακή Βουλή. Είχε εκλεγεί για πρώτη φορά το 1972, σε ηλικία 30 ετών. Το βράδυ της 12ης Οκτωβρίου βρέθηκε στο Όπεναου, ένα όμορφο κεφαλοχώρι στο Μέλανα Δρυμό, κοντά στα σύνορα με τη Γαλλία, που ψηφίζει παραδοσιακά Χριστιανοδημοκράτες. Στους 300 ενθουσιώδεις ψηφοφόρους του, που πήγαν στην τοπική μπυραρία για να τον ακούσουν και ο παρολίγον δολοφόνος του.
Γύρω στις 10 το βράδυ και μετά το τέλος της ομιλίας του, ο Σόιμπλε άρχισε να συνομιλεί χαλαρά με τους ψηφοφόρους του. Τότε, ο 31χρονος βοηθός τοπογράφου Ντίτερ Κάουφμαν έβγαλε από το δερμάτινο μπουφάν του ένα 38άρι περίστροφο τύπου Smith &Wesson και πυροβόλησε τρεις φορές προς το μέρος του Σόιμπλε. Δύο από τις σφαίρες πέτυχαν τον Σόιμπλε, η μία στη δεξιά παρειά και η άλλη στη σπονδυλική στήλη, ενώ η τρίτη τραυμάτισε έναν από τους σωματοφύλακές του. Ο δημοσιογράφος και φίλος του Χανς-Πέτερ Σιτζ, που ήταν παρών, ανακαλεί στη μνήμη του το περιστατικό: «Αρχικά νόμιζα ότι έσκασαν δύο μπαλόνια, που ήταν άφθονα στην αίθουσα, μέχρις ότου είδα τον Σόιμπλε να σωριάζεται δίπλα μου και να ψελλίζει “δεν αισθάνομαι το πόδι μου”».
Ο Σόιμπλε μεταφέρθηκε αμέσως στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο του Φράιμπουργκ, όπου ξεκίνησε ένας αγώνας δρόμου των γιατρών για να τον κρατήσουν στη ζωή. Το κατάφεραν, αλλά με τίμημα να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του σε αναπηρική πολυθρόνα. Η δεύτερη σφαίρα που έπληξε τη σπονδυλική του στήλη είχε κάνει όλη τη ζημιά. Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δεν μπορούσε πλέον να παίζει τένις και ποδόσφαιρο και να κάνει σκι, τρία σπορ που τόσο αγαπούσε.
Ο δράστης της επίθεσης Ντίτερ Κάουφμαν ήταν γιος δημάρχου της περιοχής και στα νιάτα του, θέλοντας να αναζητήσει την προσωπική του ελευθερία και την αυτοεπιβεβαίωση, έφυγε από τη Γερμανία και έζησε για πολλά χρόνια στην Ασία. Μπλέχτηκε με τα ναρκωτικά, τα οποία του δημιούργησαν ψυχολογικά προβλήματα. Στους αστυνομικούς που τον συνέλαβαν δήλωσε ότι ήθελε να εκδικηθεί το γερμανικό κράτος για τον «ψυχολογικό και σωματικό τρόμο», που του ασκούσε και επέλεξε ως προσωποποίησή του τον Υπουργό Εσωτερικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Τον Μάιο του 1991 προσήχθη σε δίκη, αλλά κρίθηκε ανίκανος για τον καταλογισμό της πράξης του, επειδή έπασχε από βαριάς μορφής σχιζοφρένεια. Κλείσθηκε σε ψυχιατρείο και αφέθηκε ελεύθερος υπό όρους το φθινόπωρο του 2004.
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε εξελέγη πανηγυρικά βουλευτής στις εκλογές της 2ας Δεκεμβρίου 1990 και συνέχισε την πολιτική του καριέρα από το αναπηρικό καροτσάκι του. Η δημοφιλία του αυξήθηκε κατακόρυφα στις 12 Οκτωβρίου 1995, όταν συγχώρεσε δημοσίως τον παρ’ ολίγον δολοφόνο του. Πιθανόν να είχε περάσει το κατώφλι της καγκελαρίας, αν οι Χριστιανοδημοκράτες δεν έχαναν τις εκλογές του 1998 και δεν βρισκόταν στον δρόμο του η ανατολικογερμανίδα Άγκελα Μέρκελ.
Σήμερα, εκτός από κυβερνητικό στέλεχος, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ασχολείται ενεργά με το αναπηρικό κίνημα. Είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ένωσης Παραπληγικών Γερμανίας (DSQ) και του Διεθνούς Ερευνητικού Ινστιτούτου για τις παθήσεις της σπονδυλικής στήλης, που εδρεύει στη Ζυρίχη.
Ζίμενς
Η Ζίμενς ιδρύθηκε ως «Ανώνυμη Εταιρεία Τηλεγραφικών Κατασκευών Ζίμενς και Χάλσκε» («Τelegraphen-Bauanstalt von Siemens & Halske AG») από τον μηχανικό και εφευρέτη Βέρνερ Ζίμενς (1816-1892) και τον μηχανικό Γιόχαν Χάλσκε (1814-1890) στις 12 Οκτωβρίου 1847 στο Βερολίνο, πρωτεύουσα του τότε Βασιλείου της Πρωσίας. Σκοπός της εταιρείας ήταν η κατασκευή τηλεγραφικών εγκαταστάσεων καθώς και ηλεκτρικού εξοπλισμού.
Γρήγορα άρχισαν να απλώνουν τηλεγραφικές γραμμές μέσα στη Γερμανία, ιδρύοντας ένα παράρτημα στην Αγία Πετρούπολη για τις ρωσικές γραμμές (1855) και ένα παράρτημα στο Λονδίνο για τις αγγλικές γραμμές (1858). Στο τελευταίο επικεφαλής ήταν ο αδελφός τού Βέρνερ, Γουίλιαμ (1823¬1883). Καθώς η εταιρεία μεγάλωνε και έκανε μαζική παραγωγή, ο Χάλσκε, που δεν συμφωνούσε με αυτήν την επέκταση, αποσύρθηκε το 1867, αφήνοντας τον έλεγχο τής εταιρείας στα αδέλφια Ζίμενς και στους απογόνους τους.
Στο μεταξύ οι δραστηριότητες τής εταιρείας μεγάλωναν με την παραγωγή γεννητριών, καλωδίων, τηλεφώνων, ηλεκτρικής ενέργειας, ειδών ηλεκτροφωτισμού και άλλων σχετικών με τις εφευρέσεις της τελευταίας περιόδου τής Βιομηχανικής Επανάστασης. Το 1903 η «Ζίμενς και Χάλσκε ΑΕ» μετέφερε την ηλεκτροπαραγωγική της δραστηριότητα σε μια νέα εταιρεία, τη «Ζίμενς - Σούκερτβερκε» (Siemens-Schuckertwerke)), απορροφώντας την εταιρεία τής Νυρεμβέργης, «Σούκερτ και Σία».
Από το 1919 οι δύο εταιρείες μοιράζονταν τον ίδιο διευθυντή, μέλος πάντα της οικογένειας Ζίμενς. Το 1932, μετά από επτά χρόνια συνεργασίας, η Ζίμενς απορρόφησε την ιρλανδική εταιρεία «Ράινιγκερ Γκέμπερτ και Σαλ» και δημιούργησε την «Ζίμενς - Ράινιγκερ- Βέρκε ΑΕ» (Siemens - Reiniger - Werke AG), που κατασκεύαζε ιατρο - διαγνωστικά και θεραπευτικά μηχανήματα.
Η Ζίμενς αναπτύχθηκε πάρα πολύ κατά τη διάρκεια του Τρίτου Ράιχ. Όλα τα εργοστάσιά της δούλευαν με πλήρη απόδοση κατά τη διάρκεια τού πολέμου και διασκορπισμένα μέσα σε όλη τη χώρα, για την αποφυγή ολικής καταστροφής από βομβαρδισμούς των Συμμάχων, ιδιαίτερα την περίοδο 1943-1944. Μετά το τέλος τού πολέμου ο επικεφαλής του ομίλου Χέρμαν φον Ζίμενς φυλακίστηκε για μικρό διάστημα (1946-1948), ενώ οι επικεφαλής της εταιρείας καταδικάστηκαν, επειδή στρατολόγησαν και χρησιμοποίησαν ως σκλάβους - εργάτες στα εργοστάσια της, αιχμαλώτους διαφόρων εθνικοτήτων και επειδή συνδέονταν με την κατασκευή και λειτουργία των στρατοπέδων συγκέντρωσης του Άουσβιτς και Μπούχενβαλτ.Τελικά, το 1984 επιδικάστηκε αποζημίωση στην κατηγορία αυτή των αιχμαλώτων την οποία κατέβαλε η Ζίμενς.
Μετά τη λήξη του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου, το 90% των εργοστασίων και εγκαταστάσεων της στη ρωσική ζώνη καταστράφηκε. Οι Δυτικές Δυνάμεις μετακίνησαν και κατέστρεψαν κάποιες εγκαταστάσεις της, μέχρις ότου ο Ψυχρός Πόλεμος μετατόπισε τα δυτικά συμφέροντα στην οικονομία τής Δυτικής Γερμανίας, με αποτέλεσμα την αναδιοργάνωση και συνεργασία με την Ζίμενς.
Στη διάρκεια της δεκαετίας του πενήντα η Ζίμενς επεκτάθηκε πολύ στην ηλεκτρική αγορά τής Ευρώπης και των υπερατλαντικών χωρών, έτσι ώστε από την δεκαετία του εξήντα να είναι μια από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες στον κόσμο. Το 1966 όλες οι βιομηχανίες που αποτελούσαν τον όμιλο Ζίμενς, συγχωνεύθηκαν στη νεοδημιουργημένη «Ζίμενς ΑΕ» («Siemens AG»).
To 2006 η Ζίμενς ενεπλάκη σ’ ένα μεγάλο σκάνδαλο πολιτικής διαφθοράς παγκόσμιου βεληνεκούς. Η εταιρεία μέσω ενός καλοστημένου δικτύου «μαύρων ταμείων» διοχέτευσε 1.6 δισεκατομμύρια ευρώ σε πολιτικούς και κρατικούς αξιωματούχους 60 χωρών για να κερδίσει δουλειές. Από τον σχετικό κατάλογο δεν θα μπορούσε να λείψει και η χώρα μας, όταν μάλιστα είχε αναλάβει την τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων και διακυβεύονταν δουλειές δισεκατομμυρίων.
Στην Ελλάδα, η Ζίμενς έχει παρουσία σχεδόν εκατό ετών. Είναι αυτή που ουσιαστικά έστησε έστησε το τηλεπικοινωνιακό δίκτυο της χώρας το 1930 με την εταιρεία ΑΕΤΕ, την οποία διαδέχθηκε ο ΟΤΕ το 1949. Η διαδρομή της δεν υπήρξε άμεμπτη, αφού, εκτός από το πρόσφατο σκάνδαλο με τα «μαύρα ταμεία», βρέθηκε μπλεγμένη σε ένα ανάλογο οικονομικό σκάνδαλο το 1955, που απείλησε την κυβέρνηση Παπάγου, ενώ οι ενδείξεις για μίζες στην πρώτη σύμβαση ψηφιοποίησης του ΟΤΕ επί Οικουμενικής (1989-1990) δεν μετατράπηκαν σε αποδείξεις και η υπόθεση μπήκε στο αρχείο στα μέσα της δεκαετίας του ενενήντα
ΗΞΕΡΕΣ ΟΤΙ;
Το σύμβολο της Πομπηίας, της ρωμαϊκής πόλης που καταστράφηκε από τον Βεζούβιο, ήταν ο φτερωτός φαλλός. Τα περισσότερα αντικείμενα που ήρθαν στο φως με τις ανασκαφές ήταν φαλλόμορφα.
Το 1726 ο Σαρλ Σανσόν κληρονόμησε από τον πατέρα του τη θέση του Δημίου του Παρισιού, όντας μόλις επτά ετών.
ΕΙΠΕ...
Η ΓΕΛΟΙΟΓΡΑΦΙΑ & ΤΟ ΑΣΤΕΙΟ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ...
ΤΟ ΑΣΤΕΙΟ ΜΑΣ...
Άγιος Ανδρόμαχος
Ημέρα της Ισπανικής Γλώσσας
Παγκόσμια Ημέρα κατά της Αρθρίτιδας
Στατιστικά Στοιχεία:
- 103.000.000 άτομα στην Ευρώπη υποφέρουν από αρθρίτιδα και άλλες ρευματικές νόσους.
- Το 14% του ελληνικού πληθυσμού (1.400.000 Έλληνες) επισκέπτονται το γιατρό τους με προβλήματα των αρθρώσεων, μια παθολογική κατάσταση που προκαλεί πόνο, απώλεια εργατοωρών, κακή ποιότητα ζωής, γρήγορη συνταξιοδότηση και εάν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα σοβαρή αναπηρία στον πάσχοντα.
- H αρθρίτιδα μπορεί να επηρεάσει άτομα κάθε ηλικίας. Eίναι πιο συχνή σε άτομα ηλικίας άνω των 55 ετών αν και ορισμένοι τύποι αρθρίτιδας μπορεί να επηρεάσουν και παιδιά.
- Οι γυναίκες προσβάλλονται συχνότερα από αρθρίτιδα και συχνά παρουσιάζουν πιο σοβαρά συμπτώματα.
Το τέλος της γερμανικής κατοχής
Η αντίστροφη μέτρηση για την αποχώρηση των Γερμανών και των συμμάχων τους Βουλγάρων από την Ελλάδα είχε σημάνει λίγους μήνες νωρίτερα, στις 6 Ιουνίου, όταν οι Σύμμαχοι αποβιβάστηκαν στη Νορμανδία και άρχισαν να περισφίγγουν τον κλοιό γύρω από τη Γερμανία μαζί τους προελαύνοντες Σοβιετικούς από την ανατολική πλευρά. Ήταν φανερό ότι οι ημέρες της Ναζιστικής Γερμανίας ήταν μετρημένες.
Στο χρονικό διάστημα μέχρι την απελευθέρωση είχαν ενταθεί οι πολιτικές διαβουλεύσεις για τη μετακατοχική κατάσταση στην Ελλάδα. Από την πλευρά τους, οι Γερμανοί έψαχναν παρασκηνιακά τρόπους ασφαλούς αποχώρησής τους από τη χώρα μας. Από τις 26 Απριλίου 1944 της ελληνικής εξόριστης κυβέρνησης ηγείτο ο Γεώργιος Παπανδρέου, οι Άγγλοι όμως ήταν αυτοί που κινούσαν τα νήματα. Με τις συμφωνίες Λιβάνου (17-20 Μαΐου 1944) και Καζέρτας (26 Σεπτεμβρίου 1944) οι ανταρτικές ομάδες του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ είχαν τεθεί υπό τις διαταγές της κυβέρνησης Παπανδρέου, που είχε εμπλουτισθεί και με στελέχη του ΕΑΜ.
Οι Γερμανοί άρχισαν να αποχωρούν σταδιακά από την Αθήνα από το βράδυ της 11ης Οκτωβρίου με κατεύθυνση προς Βορρά. Στις 8 το πρωί της 12ης Οκτωβρίου, οι ελάχιστοι Γερμανοί που είχαν απομείνει στην Αθήνα, συγκεντρώθηκαν στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Εκεί, σε μία πρόχειρη όσο και βιαστική τελετή, ο επικεφαλής των κατοχικών δυνάμεων, στρατηγός Χέλμουτ Φέλμι, συνοδευόμενος από τον κατοχικό δήμαρχο Αθηναίων Άγγελο Γεωργάτο, κατέθεσε στεφάνι.
Το μόνο που απέμενε ήταν η υποστολή της ναζιστικής σημαίας από τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης. Ένας Γερμανός στρατιώτης κατέβασε τη σβάστικα χωρίς καμία επισημότητα στις 9:15 το πρωί, την πήρε υπό μάλης και αποχώρησε με σκυμμένο το κεφάλι, σηματοδοτώντας το τέλος της γερμανικής κατοχής που διήρκεσε 1.625 μέρες και την αρχή ενός τρελού πανηγυριού στους δρόμους της Αθήνας.
Χιλιάδες κόσμου με τη γαλανόλευκη στα χέρια αλληλοασπάζονταν, αναφωνώντας «Χριστός Ανέστη», παιδιά σκαρφάλωναν στις οροφές των τραμ, ενώ απ' άκρη σ' άκρη αντηχούσε ο Εθνικός Ύμνος. Μετά από τριάμισι χρόνια δουλείας και σκλαβιάς οι Αθηναίοι ανάπνεαν για πρώτη φορά τον μεθυστικό αέρα της λευτεριάς.
Στις έξι ημέρες που πέρασαν μέχρι την άφιξη της κυβέρνησης στην Αθήνα, την εξουσία ασκούσε τριμελής επιτροπή, αποτελούμενη από τους Θεμιστοκλή Τσάτσο, Φίλιππο Μανουηλίδη και Γιάννη Ζεύγο, συνεπικουρούμενη από τον διοικητή της Αστυνομίας Αθηνών, Άγγελο Έβερτ. Δύο ημέρες αργότερα άρχισαν καταφθάνουν στην πρωτεύουσα δυνάμεις του 3ου Σώματος του βρετανικού στρατού υπό τον αντιστράτηγο Ρόναλντ Σκόμπι, που έγιναν δεκτές με ενθουσιασμό από τους Αθηναίους.
Στις 18 Οκτωβρίου έφτασε στην Αθήνα ο Γεώργιος Παπανδρέου και η κυβέρνησή του. Την ίδια ημέρα, ο πρωθυπουργός σε μία συγκινητική τελετή ύψωσε την ελληνική σημαία στην Ακρόπολη και στη συνέχεια μίλησε στο συγκεντρωμένο πλήθος που είχε γεμίσει ασφυκτικά την πλατεία Συντάγματος από τον εξώστη του Υπουργείου Οικονομικών.
Σε μία αριστοτεχνικά δομημένη ομιλία του εξήγγειλε τις προθέσεις της κυβέρνησής του, τονίζοντας, μεταξύ άλλων, την ανάγκη να ικανοποιηθούν οι εθνικές διεκδικήσεις, να αποκατασταθεί η λαϊκή κυριαρχία, να επιλυθεί το πολιτειακό ζήτημα μετά από ελεύθερο δημοψήφισμα και να τιμωρηθούν οι συνεργάτες των κατακτητών. Το πλήθος, που συχνά τον διέκοπτε με συνθήματα υπέρ του ΕΑΜ και του ΚΚΕ, υποδέχθηκε τις εξαγγελίες του με κραυγές και ιαχές υπέρ της λαοκρατικής δημοκρατίας. Ο Παπανδρέου, που ήταν αναγκασμένος να ακροβατεί συνεχώς μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς, απάντησε με τη χαρακτηριστική φράση που έμεινε στην ιστορία: «Πιστεύομεν και εις την λαοκρατίαν».
Όμως, οι χαρές και τα πανηγύρια για την απελευθέρωση κράτησαν μόνο 53 ημέρες. Στις αρχές Δεκεμβρίου τα όπλα θα αντηχήσουν ξανά στους δρόμους της πρωτεύουσας, αλλά αυτή τη φορά θα είναι στραμμένα κατά αδελφών («Δεκεμβριανά»).
Η απόπειρα δολοφονίας κατά του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε
O Υπουργός Εσωτερικών της κυβέρνησης Κολ, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ένας 48χρονος πρώην εφοριακός και επίδοξος δελφίνος του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος, περιόδευε στην εκλογική του περιφέρεια στο ομοσπονδιακό κρατίδιο της Βάδης - Βυρτεμβέργης, διεκδικώντας μία ακόμη επανεκλογή στην Ομοσπονδιακή Βουλή. Είχε εκλεγεί για πρώτη φορά το 1972, σε ηλικία 30 ετών. Το βράδυ της 12ης Οκτωβρίου βρέθηκε στο Όπεναου, ένα όμορφο κεφαλοχώρι στο Μέλανα Δρυμό, κοντά στα σύνορα με τη Γαλλία, που ψηφίζει παραδοσιακά Χριστιανοδημοκράτες. Στους 300 ενθουσιώδεις ψηφοφόρους του, που πήγαν στην τοπική μπυραρία για να τον ακούσουν και ο παρολίγον δολοφόνος του.
Γύρω στις 10 το βράδυ και μετά το τέλος της ομιλίας του, ο Σόιμπλε άρχισε να συνομιλεί χαλαρά με τους ψηφοφόρους του. Τότε, ο 31χρονος βοηθός τοπογράφου Ντίτερ Κάουφμαν έβγαλε από το δερμάτινο μπουφάν του ένα 38άρι περίστροφο τύπου Smith &Wesson και πυροβόλησε τρεις φορές προς το μέρος του Σόιμπλε. Δύο από τις σφαίρες πέτυχαν τον Σόιμπλε, η μία στη δεξιά παρειά και η άλλη στη σπονδυλική στήλη, ενώ η τρίτη τραυμάτισε έναν από τους σωματοφύλακές του. Ο δημοσιογράφος και φίλος του Χανς-Πέτερ Σιτζ, που ήταν παρών, ανακαλεί στη μνήμη του το περιστατικό: «Αρχικά νόμιζα ότι έσκασαν δύο μπαλόνια, που ήταν άφθονα στην αίθουσα, μέχρις ότου είδα τον Σόιμπλε να σωριάζεται δίπλα μου και να ψελλίζει “δεν αισθάνομαι το πόδι μου”».
Η έξοδος του Β. Σόιμπλε από το νοσοκομείο
Ο αιφνιδιασμός της αστυνομίας ήταν πλήρης, καθώς δεν μπόρεσε να προστατεύσει τον πολιτικό της προϊστάμενο. Η γερμανική αστυνομία είχε αι ένα άλλο λόγο να φρουρεί στενά τον Σόιμπλε, καθώς λίγους μήνες πριν είχε πέσει θύμα απόπειρας δολοφονίας και ο υποψήφιος των Σοσιαλδημοκρατών για την καγκελαρία Όσκαρ Λαφοντέν.Ο Σόιμπλε μεταφέρθηκε αμέσως στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο του Φράιμπουργκ, όπου ξεκίνησε ένας αγώνας δρόμου των γιατρών για να τον κρατήσουν στη ζωή. Το κατάφεραν, αλλά με τίμημα να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του σε αναπηρική πολυθρόνα. Η δεύτερη σφαίρα που έπληξε τη σπονδυλική του στήλη είχε κάνει όλη τη ζημιά. Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δεν μπορούσε πλέον να παίζει τένις και ποδόσφαιρο και να κάνει σκι, τρία σπορ που τόσο αγαπούσε.
Ο δράστης της επίθεσης Ντίτερ Κάουφμαν ήταν γιος δημάρχου της περιοχής και στα νιάτα του, θέλοντας να αναζητήσει την προσωπική του ελευθερία και την αυτοεπιβεβαίωση, έφυγε από τη Γερμανία και έζησε για πολλά χρόνια στην Ασία. Μπλέχτηκε με τα ναρκωτικά, τα οποία του δημιούργησαν ψυχολογικά προβλήματα. Στους αστυνομικούς που τον συνέλαβαν δήλωσε ότι ήθελε να εκδικηθεί το γερμανικό κράτος για τον «ψυχολογικό και σωματικό τρόμο», που του ασκούσε και επέλεξε ως προσωποποίησή του τον Υπουργό Εσωτερικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Τον Μάιο του 1991 προσήχθη σε δίκη, αλλά κρίθηκε ανίκανος για τον καταλογισμό της πράξης του, επειδή έπασχε από βαριάς μορφής σχιζοφρένεια. Κλείσθηκε σε ψυχιατρείο και αφέθηκε ελεύθερος υπό όρους το φθινόπωρο του 2004.
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε εξελέγη πανηγυρικά βουλευτής στις εκλογές της 2ας Δεκεμβρίου 1990 και συνέχισε την πολιτική του καριέρα από το αναπηρικό καροτσάκι του. Η δημοφιλία του αυξήθηκε κατακόρυφα στις 12 Οκτωβρίου 1995, όταν συγχώρεσε δημοσίως τον παρ’ ολίγον δολοφόνο του. Πιθανόν να είχε περάσει το κατώφλι της καγκελαρίας, αν οι Χριστιανοδημοκράτες δεν έχαναν τις εκλογές του 1998 και δεν βρισκόταν στον δρόμο του η ανατολικογερμανίδα Άγκελα Μέρκελ.
Σήμερα, εκτός από κυβερνητικό στέλεχος, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ασχολείται ενεργά με το αναπηρικό κίνημα. Είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ένωσης Παραπληγικών Γερμανίας (DSQ) και του Διεθνούς Ερευνητικού Ινστιτούτου για τις παθήσεις της σπονδυλικής στήλης, που εδρεύει στη Ζυρίχη.
Ζίμενς
Ζίμενς (Siemens):
Γερμανικός πολυεθνικός κολοσσός στους τομείς του τηλεπικοινωνιακού και μηχανολογικού εξοπλισμού (Siemens στα γερμανικά). Στον κύκλο των δραστηριοτήτων της εντάσσονται και οι τομείς της ενέργειας, της υγείας, της πληροφορικής και της κατασκευής οικιακών προϊόντων. Απασχολεί 362.000 υπαλλήλους σε όλο τον κόσμο (2013) και ο τζίρος του ανέρχεται στα 72 δισεκατομμύρια ευρώ (2014). Στην Ελλάδα δραστηριοποιείται από την δεκαετία του είκοσι με δεσπόζουσα θέση στην οικονομία της χώρας, ενώ το όνομα της γερμανικής εταιρεία έχει αναμιχθεί σε δύο σκάνδαλα (1955 και 2007), που προξένησαν τριγμούς στο πολιτικό σύστημα.Η Ζίμενς ιδρύθηκε ως «Ανώνυμη Εταιρεία Τηλεγραφικών Κατασκευών Ζίμενς και Χάλσκε» («Τelegraphen-Bauanstalt von Siemens & Halske AG») από τον μηχανικό και εφευρέτη Βέρνερ Ζίμενς (1816-1892) και τον μηχανικό Γιόχαν Χάλσκε (1814-1890) στις 12 Οκτωβρίου 1847 στο Βερολίνο, πρωτεύουσα του τότε Βασιλείου της Πρωσίας. Σκοπός της εταιρείας ήταν η κατασκευή τηλεγραφικών εγκαταστάσεων καθώς και ηλεκτρικού εξοπλισμού.
Γρήγορα άρχισαν να απλώνουν τηλεγραφικές γραμμές μέσα στη Γερμανία, ιδρύοντας ένα παράρτημα στην Αγία Πετρούπολη για τις ρωσικές γραμμές (1855) και ένα παράρτημα στο Λονδίνο για τις αγγλικές γραμμές (1858). Στο τελευταίο επικεφαλής ήταν ο αδελφός τού Βέρνερ, Γουίλιαμ (1823¬1883). Καθώς η εταιρεία μεγάλωνε και έκανε μαζική παραγωγή, ο Χάλσκε, που δεν συμφωνούσε με αυτήν την επέκταση, αποσύρθηκε το 1867, αφήνοντας τον έλεγχο τής εταιρείας στα αδέλφια Ζίμενς και στους απογόνους τους.
Στο μεταξύ οι δραστηριότητες τής εταιρείας μεγάλωναν με την παραγωγή γεννητριών, καλωδίων, τηλεφώνων, ηλεκτρικής ενέργειας, ειδών ηλεκτροφωτισμού και άλλων σχετικών με τις εφευρέσεις της τελευταίας περιόδου τής Βιομηχανικής Επανάστασης. Το 1903 η «Ζίμενς και Χάλσκε ΑΕ» μετέφερε την ηλεκτροπαραγωγική της δραστηριότητα σε μια νέα εταιρεία, τη «Ζίμενς - Σούκερτβερκε» (Siemens-Schuckertwerke)), απορροφώντας την εταιρεία τής Νυρεμβέργης, «Σούκερτ και Σία».
Από το 1919 οι δύο εταιρείες μοιράζονταν τον ίδιο διευθυντή, μέλος πάντα της οικογένειας Ζίμενς. Το 1932, μετά από επτά χρόνια συνεργασίας, η Ζίμενς απορρόφησε την ιρλανδική εταιρεία «Ράινιγκερ Γκέμπερτ και Σαλ» και δημιούργησε την «Ζίμενς - Ράινιγκερ- Βέρκε ΑΕ» (Siemens - Reiniger - Werke AG), που κατασκεύαζε ιατρο - διαγνωστικά και θεραπευτικά μηχανήματα.
Η Ζίμενς αναπτύχθηκε πάρα πολύ κατά τη διάρκεια του Τρίτου Ράιχ. Όλα τα εργοστάσιά της δούλευαν με πλήρη απόδοση κατά τη διάρκεια τού πολέμου και διασκορπισμένα μέσα σε όλη τη χώρα, για την αποφυγή ολικής καταστροφής από βομβαρδισμούς των Συμμάχων, ιδιαίτερα την περίοδο 1943-1944. Μετά το τέλος τού πολέμου ο επικεφαλής του ομίλου Χέρμαν φον Ζίμενς φυλακίστηκε για μικρό διάστημα (1946-1948), ενώ οι επικεφαλής της εταιρείας καταδικάστηκαν, επειδή στρατολόγησαν και χρησιμοποίησαν ως σκλάβους - εργάτες στα εργοστάσια της, αιχμαλώτους διαφόρων εθνικοτήτων και επειδή συνδέονταν με την κατασκευή και λειτουργία των στρατοπέδων συγκέντρωσης του Άουσβιτς και Μπούχενβαλτ.Τελικά, το 1984 επιδικάστηκε αποζημίωση στην κατηγορία αυτή των αιχμαλώτων την οποία κατέβαλε η Ζίμενς.
Μετά τη λήξη του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου, το 90% των εργοστασίων και εγκαταστάσεων της στη ρωσική ζώνη καταστράφηκε. Οι Δυτικές Δυνάμεις μετακίνησαν και κατέστρεψαν κάποιες εγκαταστάσεις της, μέχρις ότου ο Ψυχρός Πόλεμος μετατόπισε τα δυτικά συμφέροντα στην οικονομία τής Δυτικής Γερμανίας, με αποτέλεσμα την αναδιοργάνωση και συνεργασία με την Ζίμενς.
Στη διάρκεια της δεκαετίας του πενήντα η Ζίμενς επεκτάθηκε πολύ στην ηλεκτρική αγορά τής Ευρώπης και των υπερατλαντικών χωρών, έτσι ώστε από την δεκαετία του εξήντα να είναι μια από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες στον κόσμο. Το 1966 όλες οι βιομηχανίες που αποτελούσαν τον όμιλο Ζίμενς, συγχωνεύθηκαν στη νεοδημιουργημένη «Ζίμενς ΑΕ» («Siemens AG»).
To 2006 η Ζίμενς ενεπλάκη σ’ ένα μεγάλο σκάνδαλο πολιτικής διαφθοράς παγκόσμιου βεληνεκούς. Η εταιρεία μέσω ενός καλοστημένου δικτύου «μαύρων ταμείων» διοχέτευσε 1.6 δισεκατομμύρια ευρώ σε πολιτικούς και κρατικούς αξιωματούχους 60 χωρών για να κερδίσει δουλειές. Από τον σχετικό κατάλογο δεν θα μπορούσε να λείψει και η χώρα μας, όταν μάλιστα είχε αναλάβει την τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων και διακυβεύονταν δουλειές δισεκατομμυρίων.
Στην Ελλάδα, η Ζίμενς έχει παρουσία σχεδόν εκατό ετών. Είναι αυτή που ουσιαστικά έστησε έστησε το τηλεπικοινωνιακό δίκτυο της χώρας το 1930 με την εταιρεία ΑΕΤΕ, την οποία διαδέχθηκε ο ΟΤΕ το 1949. Η διαδρομή της δεν υπήρξε άμεμπτη, αφού, εκτός από το πρόσφατο σκάνδαλο με τα «μαύρα ταμεία», βρέθηκε μπλεγμένη σε ένα ανάλογο οικονομικό σκάνδαλο το 1955, που απείλησε την κυβέρνηση Παπάγου, ενώ οι ενδείξεις για μίζες στην πρώτη σύμβαση ψηφιοποίησης του ΟΤΕ επί Οικουμενικής (1989-1990) δεν μετατράπηκαν σε αποδείξεις και η υπόθεση μπήκε στο αρχείο στα μέσα της δεκαετίας του ενενήντα
ΗΞΕΡΕΣ ΟΤΙ;
Το 1726 ο Σαρλ Σανσόν κληρονόμησε από τον πατέρα του τη θέση του Δημίου του Παρισιού, όντας μόλις επτά ετών.
ΕΙΠΕ...
" Συχνά οι άνθρωποι αποφεύγουν άνανδρα τον κίνδυνο, όταν κινδυνεύουν οι ίδιοι, όμως είναι οι πρώτοι που ρίχνονται σ' αυτόν, όταν κινδυνεύουν οι άλλοι." (Γιόχαν Πάουλ Ρίχτερ
Η ΓΕΛΟΙΟΓΡΑΦΙΑ & ΤΟ ΑΣΤΕΙΟ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ...
ΤΟ ΑΣΤΕΙΟ ΜΑΣ...