29 Απρ 2019

Ο αείμνηστος Καψής, έλεγε χαρακτηριστικά γι αυτούς τους συναδέλφους του «αυτοί παιδί μου είναι σαν τα τζουκ μποξ, ρίχνεις δεκάρικο και παίζουν ό,τι θες» . Ο ίδιος ο Ψυχάρης , σε εκείνη τη συνάντηση με τον Αλέξη Τσίπρα παρουσία της γάτας Ιμαλαίων , ως κυνικότερος των κυνικών το είχε πει πιο χοντρά «Αλέξη θέλεις να σου φέρω το Γιάννη που σε βρίζει να κάνει μπροστά σου μια τούμπα;»
Είναι ωστόσο κάτι πιο βαθύ από ακροβατικά και κωλοτούμπες. Ένα δομικό στοιχείο της διαφθοράς στην Ελλάδα είναι διάφοροι δημοσιολογούντες που απέδωσαν ο ένας στον άλλο την ιδιότητα του δημοσιογράφου και το επέβαλαν στη συνέχεια στην κοινωνία. Ευέλικτοι δημοσιοσχεσίτες, λομπίστες του τίποτα, ταχυδακτυλουργοί της αρπαχτής, κατάφεραν να αλώσουν τα δημοσιογραφικά γραφεία αλλά κυρίως τη δημοσιογραφία και να γίνουν σύστημα αναφοράς. Συναγωνίζονταν ποιος θα αποκαλέσει περισσότερους υπουργούς με τα μικρά τους ονόματα, ποιος θα γίνει ομοτράπεζος ή ομοκρέββατος της ελίτ, ποιους θα εξυπηρετήσουν και από ποιους θα εξυπηρετηθούν, πόσες αργομισθίες και γραφεία Τύπου θα αλώσουν.
Όλο αυτό το μόρφωμα το ονόμασαν δημοσιογραφία, επιτυχίες τους και (δυστυχώς) το έκαναν σύστημα αναφοράς και μέτρο για ολόκληρη την κοινωνία. Δεν γνώρισαν ποτέ πεζοδρόμιο, (δημοσιογραφικό τουλάχιστον) και κατάφεραν να ταυτίσουν τη δημοσιογραφία με την ανάλυση του γραφείου και τα σφηνάκια στο μπαρ. Μπορούν με μεγάλη ευκολία να διακρίνουν την αδιακρισία του λόγου αλλά ποτέ το έγκλημα που γίνεται γύρω τους. Ανησυχούν για τη φοροδιαφυγή του καστανά και το πλαστό έγγραφο της καθαρίστριας, αλλά αναγνωρίζουν επιθετικές ενέργειες αν τους μιλήσεις για offshore και μίζες. Είναι οι κλασσικοί Μπρεχτικοί ήρωες που όντας χορτάτοι μιλούν στους πεινασμένους για τις καλύτερες μέρες που θα έρθουν.
Ο δημόσιο λόγος τους συχνά κάνει επικλήσεις στη μετριοπάθεια αλλά γεμίζει μίσος αν απειληθεί η αδιατάρακτη καλοζωισμένη ροή τους. Είναι της τέχνης και του πολιτισμού αλλά γίνονται του λιμανιού αν πρόκειται να υπερασπιστούν το Μαρινάκη ή τη βίλα του Ψυχάρη και τις μίζες του Γιάννου.
Αποτελούν μια μεγάλη παρέα που παίζει χαρωπά το τόπι, προσέχοντας να μην υπάρξουν δυνατές μπαλιές που θα βγάλουν τη μπάλα έξω από τον κύκλο και την ευμάρειά τους. Είναι οι αμοιβάδες του τίποτα που εξαπλώθηκαν παντού διαιρώντας τον εαυτό τους ώστε να απλωθεί παντού μέσα από σχέσεις και προσκολλήσεις.
Τη μοναδική ισχύ τους επί χρόνια, αποτελεί η μη απειλή, πως δεν υπήρξε δηλαδή κανένας να τους αμφισβητήσει και να απειλήσει το εποικοδόμημα της διαφθοράς που εμφάνιζαν ως μοναδική προστατευτική στέγη για τη δημοσιογραφία και τη χώρα ακόμη.